Την μείωση του πληθυσμού της χώρας κατά 441.000 την περίοδο 2011-2021 (-4%) καταγράφει νέα έρευνα του Ιδρύματος Οικονομικών και Βιομηχανικών Ερευνών (ΙΟΒΕ), προβλέποντας μάλιστα την υποχώρηση των Ελλήνων στα 8,1 εκατ. έως το 2100, δηλαδή μια πληθυσμιακή μείωση κατά 2,5 εκατ. άτομα ή 24% σε σχέση με το 2021.

Ads

Συγκεκριμένα, η μελέτη «Δημογραφικό πρόβλημα στην Ελλάδα: Προκλήσεις και προτάσεις πολιτικής», που χρηματοδοτήθηκε από τη Eurobank, παρουσιάστηκε από τον γεν. διευθυντή του ΙΟΒΕ, Νίκο Βέττα, την Τετάρτη 8 Ιουνίου στο συνέδριο «Δημογραφικό – Η Μεγάλη Πρόκληση», παρουσία μάλιστα του Πρωθυπουργού Κυριάκου Μητσοτάκη.

Ειδικότερα, ο συντελεστής γονιμότητας έχει υποχωρήσει σε κάτω από 1,5 μονάδες (επίπεδο που δεν αρκεί για την αναπλήρωση του πληθυσμού) ήδη από τα τέλη της δεκαετίας του 1980, από 2,1-2,5 μονάδες τις δεκαετίες των 1960 και 1970.

Η δε μείωση και η γήρανση του πληθυσμού της χώρας προβλέπεται να συνεχιστούν τις επόμενες δεκαετίες. Με βάση την έκταση της αναμενόμενης μείωσης του πληθυσμού έως το 2100, η Ελλάδα κατατάσσεται στην τρίτη χειρότερη θέση στην Ευρωζώνη, μετά τη Λετονία και τη Λιθουανία.

Ads

Στο πιο αισιόδοξο σενάριο (υψηλής μετανάστευσης), ο πληθυσμός θα μειωθεί μεταξύ του 2022 και του 2100 κατά 16% σε 8,9 εκατ., ενώ η συρρίκνωση του πληθυσμού αναμένεται να είναι της τάξεως του 45% σε περίπτωση μηδενικών μεταναστευτικών ροών (σε 5,7 εκατ. το 2100).

Επιπτώσεις δημογραφικού σε οικονομία και κοινωνία

H μελέτη εξετάζει επίσης τις τάσεις, τις προοπτικές, τις προκλήσεις και τις επιπτώσεις στην οικονομία που προκύπτουν από τη γήρανση του πληθυσμού. Επιπλέον, στη μελέτη διατυπώνονται προτάσεις πολιτικής με στόχο αφενός την αντιμετώπιση και προσαρμογή στη δυναμική που διαμορφώνεται και αφετέρου στην άμβλυνση και αντιστροφή της.

Ως προς την ηλικιακή διάρθρωση, ο δείκτης εξάρτησης της τρίτης ηλικίας προβλέπεται να υπερβεί τις 0,60 μονάδες μετά το 2050, από 0,35 μονάδες το 2020 και 0,29 μονάδες το 2010. Το δημογραφικό ζήτημα επηρεάζει σημαντικά την οικονομική ανάπτυξη της χώρας. Η μείωση του οικονομικά ενεργού πληθυσμού επιδρά αρνητικά στην προσφορά εργασίας και τις δυνατότητες οικονομικής μεγέθυνσης, ο αυξανόμενος δείκτης εξάρτησης ασκεί πιέσεις στη δημοσιονομική βιωσιμότητα, ενώ η γήρανση του πληθυσμού επιβραδύνει την παραγωγικότητα της εργασίας.

Μέσα από μακροοικονομικές προσομοιώσεις, εκτιμάται ότι σε ένα βασικό σενάριο, όπου οι δημογραφικές τάσεις στην Ελλάδα συγκλίνουν μόνο ελαφρά με την υπόλοιπη Ευρώπη, αλλά η γήρανση και η πτωτική τάση του πληθυσμού παραμένουν, το 2100 αναμένεται το πραγματικό ΑΕΠ να έχει μειωθεί κατά €58 δισ. (ή 31%) σε σχέση με το 2019, η απασχόληση κατά 2,1 εκατομμύρια άτομα (ή 48%), τα δημοσιονομικά έσοδα κατά €14 δισ. (ή 19%) και το πραγματικό κατά κεφαλήν ΑΕΠ κατά περίπου €1.740 (ή 10%).

Οι δημογραφικές εξελίξεις δημιουργούν πολύ σοβαρές προκλήσεις και για μια σειρά από τομείς κοινωνικής πολιτικής, όπως η υγεία, οι συντάξεις, η εκπαίδευση και η αγορά εργασίας. Απαιτούνται στοχευμένες πολιτικές για να διορθωθούν χρόνιες αδυναμίες αυτών των τομέων και να τους θωρακίσουν από τις επερχόμενες δημογραφικές εξελίξεις.

Ταυτόχρονα, πολύ σημαντικό ρόλο για μετριασμό των δημογραφικών εξελίξεων σε βάθος χρόνου έχουν οικογενειακές και μεταναστευτικές πολιτικές, οι οποίες επηρεάζουν την πληθυσμιακή δομή της χώρας και δομικούς δημογραφικούς δείκτες όπως τη γεννητικότητα. Η κοινωνία θα πρέπει να είναι προετοιμασμένη σε πολλαπλά επίπεδα (όπως σε νοοτροπία και υποδομές) για να ανταπεξέλθει στις αναδυόμενες ανάγκες και προκλήσεις της δημογραφικής γήρανσης.

Μητσοτάκης: Η λύση είναι στους μετανάστες

Δεδομένου ότι η ελληνική κυβέρνηση υπερασπίζεται μια εξαιρετικά περιοριστική πολιτική έναντι των προσφύγων και των μεταναστών, προκάλεσε αίσθηση η παρέμβαση του Κυριάκου Μητσοτάκη, ο οποίος ανέφερε ότι «η ώριμη και κυρίως η συνειδητή ένταξη αλλοδαπών στην ελληνική κοινωνία θα ανακουφίσει την πληθυσμιακή μας υποχώρηση»

Όπως είπε ειδικότερα, «η εμπειρία μας από το πρώτο κύμα των Αλβανών μεταναστών είναι μια εμπειρία θετική για την ελληνική κοινωνία και την ελληνική οικονομία. Η δεύτερη γενιά των οικογενειών αυτών έχουν πια ως πατρίδα τους την Ελλάδα και τόπο καταγωγής τη χώρα των γονιών τους. Και η εικόνα των μαθητικών μας παρελάσεων θα αποδεικνύει ότι πράγματι αξίζουν να αποκαλούνται Ελληνες όσοι μετέχουν της ελληνικής παιδείας».

Στο ίδιο πλαίσιο είπε ακόμα πως η «ένταξη στην ελληνική κοινωνία των νόμιμων μεταναστών» είναι και «μια απάντηση στο μεγάλο πρόβλημα το οποίο αντιμετωπίζουμε: την έλλειψη εργατικών χεριών που παρατηρείται τόσο στον πρωτογενή τομέα όσο και στον κλάδο των κατασκευών. Και όπως ξέρετε, υπάρχει ήδη, έχουμε ήδη φαινόμενα σοδειών που δεν μαζεύονται, μεγάλα έργα τα οποία κινδυνεύουν σήμερα να καθυστερήσουν, επειδή πολύ απλά λείπουν από τη χώρα εργατικά χέρια».