Για πάνω από δύο αιώνες η ψηφοφορία στο Κογκρέσο για την εκλογή νέου προέδρου στις ΗΠΑ ήταν απλώς μια διαδικαστική επιβεβαίωση του αποτελέσματος των εκλογών. Ωστόσο, σύμφωνα με παρατηρητές, όλα όσα συνέβησαν στις 6 Ιανουαρίου του 2020 στο Καπιτώλιο, στην καρδιά της Ουάσιγκτον,φάνηκαν να κλονίζουν τα θεμέλια της σύγχρονης αμερικανικής δημοκρατίας.

Ads

Όταν λοιπόν συναντήθηκαν οι Γερουσιαστές για να επικυρώσουν την εκλογή του Τζο Μπάιντεν ως νέου προέδρου των ΗΠΑ, ο πρώην πρόεδρος Ντόναλντ Τραμπ απευθυνόμενος στους οπαδούς του διεμήνυε ότι όλα ήταν «ένα μεγάλο ψέμα» και ότι ο Τζο Μπάιντεν «έκλεψε» στην ουσία τη νίκη από τον ίδιο. Ο Τραμπ απευθυνόταν σε ένα κράμα φανατικών οπαδών, συνομωσιολόγων, ακροδεξιών και νεοφασιστών, όπως μέλη της οργάνωσης Proud Boys.

Πρωτοφανής κίνηση στην αμερικανική ιστορία

Σε μια προσπάθεια να «σταματήσει η κλοπή ψήφων» όλοι αυτοί εισέβαλαν στο Καπιτώλιο – μια πρωτοφανής κίνηση στην αμερικανική ιστορία. Τέσσερις υποστηρικτές του Τραμπ και ένας αστυνομικός σκοτώθηκαν, 140 άνθρωποι τραυματίστηκαν. Πρωτοφανής όμως ήταν και η καταδίκη των θλιβερών γεγονότων τόσο από την πλευρά των Δημοκρατικών όσο και από τους Ρεπουμπλικάνους. Η Σούζαν Σπόλντινγκ, διευθύντρια του Προγράμματος ‘Υπερασπίζοντας τους Δημοκρατικούς Θεσμούς’ από το Κέντρο Στρατηγικών και Διεθνών Σπουδών της Ουάσιγκτον παρατηρεί: «Υπήρχε η αίσθηση ότι η κατάσταση έχει ξεφύγει. Ότι ο Τραμπ ξέφυγε».

Ads

Όπως παρατηρεί η Σπόλντινγκ ο Ντόναλντ Τραμπ συνέχισε να έχει επιρροή στο Ρεπουμπλικανικό Κόμμα τους μήνες που ακολούθησαν την εισβολή στο Καπιτώλιο. Πολλοί πίστευαν για μεγάλο χρονικό διάστημα στο «μεγάλο ψέμα» της εκλογής Μπάιντεν. Ενδιαφέρον μάλιστα προκαλεί έρευνα του Πανεπιστημίου Μονμάουθ μέσα στο 2021, σύμφωνα με την οποία μισοί εκ των Ρεπουμπλικανών ψηφοφόρων θεωρούν «νόμιμα» τα επεισόδια στο Καπιτώλιο.

Οι υπαίτιοι καταδικάστηκαν – Αλλά τι κάνουν τα μίντια;

Στο μεταξύ το FBI έχει απαγγείλει κατηγορίες σε 727 άτομα χρησιμοποιώντας αποδεικτικά στοιχεία από κάμερες παρακολούθησης, βίντεο στο YouTube και βιντεολήψεις μέσω κινητών τηλεφώνων. Οι κατηγορίες σε βάρος τους περιλαμβάνουν παρεμπόδιση θεσμικής διαδικασίας, χρήση επικίνδυνου όπλου και επίθεση. Κάποιοι καταδικάστηκαν σε φυλάκιση άνω των πέντε ετών για επιθέσεις σε αστυνομικούς κι άλλοι κλήθηκαν να καταβάλουν – αμελητέα -πρόστιμα για φθορά ξένης περιουσίας.

Την ίδια ώρα έντονη εξακολουθεί να είναι μέχρι σήμερα η συζήτηση για τον ρόλο που διαδραματίζουν τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης αλλά και παραδοσιακά ΜΜΕ στις ΗΠΑ, ως προς τον τρόπο που προβάλλουν και συζητούν διάφορα θέματα. Ειδικότερα για τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης η Ρεγκίνα Λόρενς, αν. κοσμήτορας στη Σχολή Δημοσιογραφίας και Επικοινωνίας του Πανεπιστημίου του Όρεγκον, παρατηρεί: «Είναι ξεκάθαρο ότι ο τρόπος με τον οποίο δομούνται τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης επιτείνει συγκεκριμένες συμπεριφορές και ευνοεί την αναζήτηση συγκεκριμένων ειδών πληροφοριών».

Πάντως σε ό,τι αφορά την εκφορά δημόσιου λόγου η Λόρενς θεωρεί ότι πρωτίστως οι ίδιοι οι πολιτικοί φορείς θα έπρεπε να είχαν καταδικάσει ακόμη πιο ηχηρά τα γεγονότα της 6ης Ιανουαρίου του 2020. Εάν συνέβαινε αυτό, έπειτα θα ακολουθούσαν και τα ΜΜΕ.

Πηγή: Deutsche Welle