Την ύπαρξη «μυστικής διπλωματίας» με την Τουρκία -στο πλαίσιο της πρωτοβουλίας Μέρκελ για διευθέτηση των ελληνοτουρκικών διαφορών- παραδέχεται ο Κυριάκος Μητσοτάκης σε άρθρο του, το οποίο δημοσιεύεται ταυτόχρονα στις εφημερίδες The Times, Frankfurter Allgemeine Zeitung και Le Monde. Ο Έλληνας πρωθυπουργός μάλιστα κάνει λόγο ακόμη και για «έγγραφη συμφωνία» μεταξύ των δύο πλευρών, ενώ αφήνει αιχμές κατά της Άγκυρας για τη διαρροή των συζητήσεων.

Ads

Υπενθυμίζεται άλλωστε πως η είδηση των μυστικών επαφών της «τριμερούς του Βερολίνου» είχε έρθει αρχικά στην επιφάνεια από τουρκικά ΜΜΕ, με την ελληνική πλευρά να αποφεύγει σε πρώτη φάση να επιβεβαιώσει την είδηση.

Συγκεκριμένα, ο Κυριάκος Μητσοτάκης στο άρθρο του αναφέρεται εκτενώς στη συνάντηση στο Βερολίνο, υποστηρίζοντας πως υπήρξε υπαναχώρηση εκ μέρους της Τουρκίας από όσα συμφωνήθηκαν.

«Στη διάρκεια όλων αυτών έχω παραμείνει ανοικτός στον διάλογο. Όταν το Βερολίνο προσφέρθηκε να μεσολαβήσει, καθίσαμε καλόπιστα για να προσπαθήσουμε να βρούμε κοινό έδαφος. Καταφέραμε ακόμη και να καταλήξουμε σε “έγγραφη συμφωνία”. Το αποτέλεσμα ήταν να αποσυρθεί τελικά η Τουρκία, αποκαλύπτοντας ανεπίσημες αλλά απόρρητες συζητήσεις. Οι ελπίδες που συνεχίζω να τρέφω για την Τουρκία δεν μου αποκρύπτουν την πραγματικότητα. Χρειαζόμαστε διάλογο, αλλά όχι υπό το καθεστώς εκβιασμού» αναφέρει ο πρωθυπουργός.

Ads

Η ύπαρξη έγγραφης συμφωνίας προκάλεσε τις έντονες αντιδράσεις της αντιπολίτευσης, η οποία ζήτησε επιτακτικά πλήρη ενημέρωση από την κυβέρνηση. Προσπαθώντας να απαντήσει στην αντιπολίτευση, ο κυβερνητικός εκπρόσωπος, Στέλιος Πέτσας, αφού δεν διέψευσε την ύπαρξη γραπτής συμφωνίας, επέλεξε να επιτεθεί στον Αλέξη Τσίπρα, υποστηρίζοντας πως «είχε ενημερωθεί για όλα τα τεκταινόμενα». Ωστόσο, άμεση ήταν η απάντηση, όχι μόνο από τον ΣΥΡΙΖΑ, αλλά και από το ΚΚΕ, αλλά και το ΚΙΝΑΛ, που διέψευσαν τους ισχυρισμούς περί ενημέρωσης. «Για άλλη μια φορά ο κυβερνητικός εκπρόσωπος καταφεύγει στα ψέματα και στις ύβρεις για να δικαιολογήσει τα αδικαιολόγητα» τόνισε ο ΣΥΡΙΖΑ. Ενώ το ΚΚΕ ξεκαθάρισε ότι «αμιά ενημέρωση για συμφωνία με την Τουρκία δεν υπήρξε στη συνάντηση του πρωθυπουργού με τον γ.γ. της ΚΕ του ΚΚΕ».

Διαβάστε επίσης

Αντιδράσεις από ΣΥΡΙΖΑ, ΚΙΝΑΛ, ΚΚΕ

«Δεν είναι η πρώτη φορά που ο ελληνικός λαός ενημερώνεται από τον διεθνή Τύπο για μείζονος σημασίας πρωτοβουλίες του Έλληνα Πρωθυπουργού, σε κρίσιμα εθνικά θέματα» σχολιάζει μεταξύ άλλων ο Αλέξης Τσίπρας μέσω Facebook και τονίζει: «Το ζήτημα είναι ότι ο κ. Μητσοτάκης δεν λέει την αλήθεια στον ελληνικό λαό. Διεξάγει μυστική διπλωματία και χρησιμοποιεί άλλη γλώσσα εκτός και άλλη γλώσσα εντός της χώρας, φοβούμενος πάντα μην απογοητεύσει το κόμμα του και την εκλογική του πελατεία». «Έστω και τώρα λοιπόν, έχει υποχρέωση να ενημερώσει άμεσα τον ελληνικό λαό και τα πολιτικά κόμματα για το έγγραφο που υπέγραψε εν κρυπτώ με την Τουρκία και τους όρους στους οποίους η Ελλάδα δεσμεύθηκε», τονίζει ο πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ.

«Ο κ. Μητσοτάκης απεκάλυψε σε ξένα ΜΜΕ, όχι στον ελληνικό λαό, ούτε στους αρχηγούς που “ενημέρωσε”, ότι η κυβέρνηση υπέγραψε συμφωνία με την Τουρκία, στην ίδια συνάντηση που είχε υποβαθμίσει ως τάχα “υπηρεσιακή”. Τι λέει αυτή η συμφωνία;» σημειώνει ο τομεάρχης Εξωτερικών του ΣΥΡΙΖΑ, Γιώργος Κατρούγκαλος, σε ανάρτηση του στο Twitter. Επιπλέον, θέτει το ερώτημα «σε ποια βάση διεξάγονται οι τεχνικές συνομιλίες υπό το ΝΑΤΟ που προχθές διαψεύδονταν, αλλά σήμερα επιβεβαιώνονται; Δεν έχει δικαίωμα στην αλήθεια ο ελληνικός λαός;».

Για μυστική διπλωματία τον κατηγόρησε νωρίτερα και η Φώφη Γεννηματά. «Από άρθρα του Πρωθυπουργού στον διεθνή τύπο, πληροφορηθήκαμε ότι υπάρχει «έγγραφη συμφωνία» με την Τουρκία κατά την τριμερή συνάντηση του Βερολίνου. Ο κ. Μητσοτάκης το απέκρυψε και από τα κόμματα και από τον Ελληνικό λαό. Ζητούμε το κείμενο της συμφωνίας να δοθεί αμέσως στα πολιτικά κόμματα. Επιβεβαιώνεται ότι ασκεί επικίνδυνη μυστική διπλωματία. Χειρίζεται τα θέματα μόνος του, χωρίς κανείς να του έχει δώσει λευκή επιταγή. Έχει αποκλειστικά την ευθύνη για τους χειρισμούς και τα αποτελέσματα. Επιτέλους που το πάει ο κ. Μητσοτάκης; Ως εδώ και μη παρέκει» αναφέρει σε δήλωσή της η πρόεδρος του ΚΙΝΑΛ.

Το ΚΚΕ ζητά από τον πρωθυπουργό να ενημερώσει τον ελληνικό λαό για το περιεχόμενο της «έγγραφης συμφωνίας». «Η επικίνδυνη εμπλοκή της Ελλάδας στους ευρωατλαντικούς σχεδιασμούς, που εκτυλίσσεται με φανερή και μυστική διπλωματία, απειλεί τα κυριαρχικά δικαιώματα της χώρας, την ειρήνη και τη ζωή του λαού μας», προσθέτει. 

Το πλήρες άρθρο του Κυριάκου Μητσοτάκη (σύμφωνα με ανεπίσημη μετάφραση) έχει ως εξής:

«Στην προσπάθειά τους να προβλέψουν το μέλλον, οι πολιτικοί επιστήμονες συχνά στρέφονται στο παρελθόν, στην κοινή ιστορία. Η σχέση μεταξύ της χώρας μου, της Ελλάδας, και της γειτονικής Τουρκίας δεν αποτελεί εξαίρεση. Η ιστορία μάς διδάσκει ότι υπάρχουν λόγοι αισιοδοξίας αλλά και τομείς βαθιάς ανησυχίας. Σήμερα το ερώτημα σχετικά με το τι επιφυλάσσει το μέλλον – σύγκρουση ή συνεργασία – αποκτά μεγαλύτερη σημασία από ποτέ.

Όταν ανέλαβα πρωθυπουργός πέρυσι τον Ιούλιο, ήμουν συγκρατημένα αισιόδοξος. Δεν υπήρχε κανένας λόγος να πιστεύω ότι η Ελλάδα και η Τουρκία δεν θα μπορούσαν να είναι φίλες χώρες. Εξάλλου, πολλοί από τους προκατόχους μου είχαν καταφέρει να υπερβούν φαινομενικά ανυπέρβλητα εμπόδια. Ηγέτες όπως ο Ελευθέριος Βενιζέλος, θείος του πατέρα μου, ο οποίος υπέγραψε συμφωνία ειρήνης και φιλίας με τον Κεμάλ Ατατούρκ το 1930. Φυσικά, έκτοτε έχουν υπάρξει εντάσεις, όμως οι καλές μέρες ήταν πολύ περισσότερες από τις κακές.
Όταν συναντηθήκαμε το περασμένο φθινόπωρο, είπα στον Πρόεδρο Ερντογάν ότι είμαστε προορισμένοι να είμαστε γείτονες λόγω της γεωγραφικής μας θέσης, και ως τέτοιοι πρέπει να συνυπάρχουμε, να ζούμε ειρηνικά ο ένας δίπλα στον άλλο. Προσπάθησα επισταμένως να τείνω χείρα φιλίας και συνεργασίας. Μίλησα για ανοιχτό διάλογο, για επιθυμία προόδου και για τη βούλησή μου να ενεργήσω για το χτίσιμο γέφυρας της Τουρκίας με την Ευρώπη.

Δυστυχώς, τα πράγματα πήραν άλλη τροπή. Μετά την πρώτη εκείνη συνάντηση, η Τουρκία εμφανίζεται λιγότερο ως εταίρος και περισσότερο ως προβοκάτορας. Στα τέλη του προηγούμενου έτους, ο Πρόεδρος Ερντογάν υπέγραψε παράνομη συμφωνία οριοθέτησης θαλασσίων συνόρων με μια από τις πλευρές του αιματηρού εμφυλίου πολέμου της Λιβύης. Δεδομένου ότι η Τουρκία και η Λιβύη δεν έχουν αντικείμενες ή παρακείμενες ακτές, η συμφωνία κηρύχθηκε άκυρη από το μεγαλύτερο μέρος της διεθνούς κοινότητας και των νομικών εμπειρογνωμόνων και θεωρήθηκε ότι παραβιάζει κυριαρχικά δικαιώματα τρίτων χωρών, συμπεριλαμβανομένης της Ελλάδας.

Τον Μάρτιο, η Τουρκία προέβη σε συντονισμένες κινήσεις προκειμένου να παροτρύνει και να διευκολύνει προσπάθειες απεγνωσμένων μεταναστών να διασχίσουν τα σύνορα της Ελλάδας. Υπερασπιστήκαμε τα σύνορά μας με την υποστήριξη των εταίρων μας στην ΕΕ. Το συλλογικό μας μήνυμα ήταν σαφές – τα σύνορα της Ελλάδας είναι σύνορα της ΕΕ και θα τα προστατεύσουμε.

Και φέτος το καλοκαίρι, αντιδρώντας στην υπογραφή μιας μακροχρόνιας, νόμιμης και διεθνώς αναγνωρισμένης συμφωνίας οριοθέτησης θαλασσίων συνόρων μεταξύ Ελλάδας και Αιγύπτου, ο Πρόεδρος Ερντογάν έστειλε το πολεμικό ναυτικό του για να στηρίξει μια προσπάθεια εξερεύνησης κοιτασμάτων φυσικού αερίου σε περιοχή της Ανατολικής Μεσογείου στην οποία τόσο η Ελλάδα όσο και η Τουρκία διεκδικούν δικαιώματα και η οποία δεν έχει ακόμη οριοθετηθεί. Σύμφωνα με τη Σύμβαση των Ηνωμένων Εθνών για το δίκαιο της θάλασσας, επρόκειτο για μονομερή πράξη κατά παράβαση του διεθνούς δικαίου.

Η Ελλάδα δεν έχει επιδιώξει ποτέ ούτε πρόκειται να επιδιώξει την κλιμάκωση αυτών των εντάσεων, ανεξαρτήτως των προκλήσεων. Αλλά η αρχικά δυσάρεστη πολιτική εντυπώσεων έχει εξελιχθεί αναμφισβήτητα σε απειλητική στάση τις τελευταίες εβδομάδες. Κάθε μέρα που περνάει, η τουρκική κυβέρνηση παρουσιάζει έναν νέο ψευδή ισχυρισμό ή διαδίδει ένα νέο ψέμα. Πολεμοχαρής γλώσσα, εθνικιστική προπαγάνδα, επιθετικός μιλιταρισμός, αγορά οπλικών συστημάτων από τη Ρωσία που αποτελούν απειλή για το ΝΑΤΟ, μετατροπή μνημείων παγκόσμιας κληρονομιάς σε τζαμιά, παράνομη θαλάσσια δραστηριότητα και απειλές πολέμου.

Η ρητορική της Τουρκίας ανήκει σε μια περασμένη εποχή. Μιλάει για εχθρούς, μάρτυρες, αγώνα και προθυμία να καταβάλει οποιοδήποτε τίμημα. Αυτή είναι η γλώσσα και η συμπεριφορά μιας υποψήφιας προς ένταξη χώρας, η οποία απειλεί όχι μόνο δύο κράτη μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης, την Ελλάδα και την Κύπρο, αλλά και την ίδια την ΕΕ, γεγονός που προβληματίζει σοβαρά τα κράτη μέλη.

Σε αυτό το νέο γεωπολιτικό τοπίο, η Τουρκία εμφανίζεται ολοένα και πιο απομονωμένη. Καθώς η Ελλάδα έχει σφυρηλατήσει ισχυρές εταιρικές σχέσεις με χώρες όπως το Ισραήλ, η Αίγυπτος και τα ΗΑΕ, η Τουρκία ενεργεί μόνη της, παίζοντας παιχνίδια εντυπώσεων στην Ανατολική Μεσόγειο, παρεμβαίνοντας στη Συρία και τη Λιβύη και υποστηρίζοντας ανοιχτά τη Χαμάς. Η Γαλλία, η οποία έχει ζωτικά εθνικά συμφέροντα στη Μεσόγειο, στέκεται στο πλευρό μας και έχει ενισχύσει τη στρατιωτική της παρουσία στην περιοχή. Το Υπουργείο Εξωτερικών των ΗΠΑ καταδίκασε απερίφραστα τη στάση της Τουρκίας ως μονομερή επιθετική στάση.

Στη διάρκεια όλων αυτών έχω παραμείνει ανοικτός στον διάλογο. Όταν το Βερολίνο προσφέρθηκε να μεσολαβήσει, καθίσαμε καλόπιστα για να προσπαθήσουμε να βρούμε κοινό έδαφος. Καταφέραμε ακόμη και να καταλήξουμε σε «έγγραφη συμφωνία». Το αποτέλεσμα ήταν να αποσυρθεί τελικά η Τουρκία, αποκαλύπτοντας ανεπίσημες αλλά απόρρητες συζητήσεις.

Οι ελπίδες που συνεχίζω να τρέφω για την Τουρκία δεν μου αποκρύπτουν την πραγματικότητα. Χρειαζόμαστε διάλογο, αλλά όχι υπό το καθεστώς εκβιασμού. Η απειλή για την ασφάλεια και τη σταθερότητα της χώρας μου αποτελεί επίσης απειλή για την ευημερία και την ασφάλεια όλων των κρατών μελών της ΕΕ. Κινδυνεύει να υπονομεύσει τη συμμαχία του ΝΑΤΟ. Και απειλεί το κράτος δικαίου διεθνώς. Η Ελλάδα έχει τη στρατιωτική δυνατότητα να αποκρούσει κάθε τουρκική επίθεση. Αλλά σίγουρα ένα στρατιωτικό επεισόδιο μεταξύ των δύο χωρών μας δεν είναι προς το συμφέρον κανενός.

Αργότερα αυτόν τον μήνα, οι ηγέτες της ΕΕ θα πραγματοποιήσουν ειδική σύνοδο για να αποφασίσουν με ποιον τρόπο θα απαντήσουν. Εάν η Τουρκία αρνηθεί να λογικευτεί έως τότε, δεν βλέπω άλλη επιλογή παρά να επιβάλουν οι Ευρωπαίοι ηγέτες ουσιαστικές κυρώσεις. Διότι δεν είναι πλέον μόνο ζήτημα ευρωπαϊκής αλληλεγγύης. Είναι ζήτημα αναγνώρισης του γεγονότος ότι διακυβεύονται ζωτικά συμφέροντα – στρατηγικά ευρωπαϊκά συμφέροντα. Εάν η Ευρώπη θέλει να αποτελέσει πραγματική γεωπολιτική δύναμη, τότε δεν έχει την πολυτέλεια κατευνασμού μιας πολεμοχαρούς Τουρκίας.

Η Τουρκία εξακολουθεί να έχει χρόνο στη διάθεσή της για να αποφύγει τις κυρώσεις, να κάνει ένα βήμα πίσω και να χαράξει πορεία εξόδου από αυτήν την κρίση. Η Τουρκία πρέπει απλώς να απόσχει από τη ναυτική και ερευνητική της δραστηριότητα σε μη οριοθετημένες θαλάσσιες ζώνες και να συγκρατήσει την επιθετική ρητορική της. Θα πρέπει να αποσυρθεί, να επιστρέψει στο τραπέζι και να συνεχίσει από εκεί που σταμάτησε όταν αποχώρησε από τις διερευνητικές συνομιλίες το 2016. Και αν δεν μπορέσουμε να συμφωνήσουμε, τότε πρέπει να αναζητήσουμε λύση στη Χάγη.

Η επιλογή είναι ξεκάθαρη. Η Τουρκία μπορεί να συνεργαστεί και να βρει κοινό έδαφος, ή μπορεί να συνεχίσει να συμπεριφέρεται ως ο επιτιθέμενος, παίζοντας παιχνίδια εντυπώσεων στις παρυφές της Ευρώπης, και να πληρώσει ένα σημαντικό οικονομικό τίμημα για τη συμπεριφορά της. Μπορεί να επιλέξει εάν η Ελλάδα θα αποτελέσει γέφυρα ή εμπόδιο για την εταιρική σχέση και την πρόοδο.

Εάν η Τουρκία επέλεγε τη γέφυρα, πιστεύω ότι ο Πρόεδρος Ερντογάν θα εξακολουθούσε να έχει τη δυνατότητα να επιτύχει μια φιλόδοξη, μακρόπνοη συμφωνία με την ΕΕ, η οποία θα ήταν προς όφελος όλων. Οι διαφορές δεν επιλύονται με βία, τεχνάσματα ή χειραγώγηση, αλλά ειρηνικά και μέσω αμοιβαίου σεβασμού και αμοιβαίας κατανόησης. Δεν χρειάζεται να είναι έτσι η κατάσταση. Η λύση είναι απλή. Καθόμαστε. Συζητάμε τις διαφορές μας. Και προσπαθούμε να καταλήξουμε σε συμφωνία. Αν δεν τα καταφέρουμε, τότε θα αφήσουμε το Διεθνές Δικαστήριο να αποφανθεί. Τι έχει άλλωστε να φοβηθεί η ‘Αγκυρα από το κράτος δικαίου;»